ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ
ΑΝΑΦΟΡΑ
Του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΙΑΤΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΘΗΝΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Σεβαστουπόλεως αρ. 113), νομίμως εκπροσωπουμένου.
Όπως είναι γνωστό πρόσφατα το Υπουργείο Οικονομικών έδωσε στη δημοσιότητα λίστα γιατρών που υπέπεσαν σε φορολογικές παραβάσεις.
Δημιουργείται λοιπόν εύλογα το ερώτημα αν αυτή η ενέργεια είναι σύμφωνη με τις κείμενες διατάξεις.
Ειδικότερα το άρθρο 5 παρ. 1 του Ν. 2472/1997 ορίζει ότι «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του». Ωστόσο, η παρ. 2 του άρθρου αυτού επιτρέπει, κατ’ εξαίρεση, την επεξεργασία και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου σε ορισμένες περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και εκείνη όπου «η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του έννομου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα και υπό τον όρο ότι τούτο υπερέχει προφανώς των δικαιωμάτων και συμφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και δεν θίγονται οι θεμελιώδεις ελευθερίες αυτών».
Επιπλέον η διάταξη του άρθρου 103 του ΝΔ 118/1973 ορίζει ότι «επί των υποθέσεων της φορολογίας των κληρονομιών, δωρεών, προικών και κερδών εκ λαχείων αι φορολογικαί δηλώσεις, τα συναπτέα αυταίς έγγραφα στοιχεία, αι εκθέσεις ελέγχου και αι κατά τας διατάξεις του παρόντος πράξεις είναι απόρρητα, απαγορευομένης της γνωστοποιήσεώς των εις οιονδήποτε άλλον πλην του εις ον αφορούν ταύτα. Εξαιρέσεις προβλεπόμενες υπό της κειμένης νομοθεσίας διατηρούνται εν ισχύ
». Εξάλλου, όπως παγίως κρίνει η Αρχή, «(…) ο Νομοθέτης εξειδικεύοντας τη συνταγματική επιταγή για την καθολική και υποχρεωτική εισφορά των Ελλήνων στα δημόσια βάρη (άρθρα. 4 παρ. 5 του Συντάγματος) ρυθμίζει με το Ν. 2238/1994, με τον οποίο κυρώθηκε ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (ΦΕΚ 151) τους όρους, τις προϋποθέσεις, τη διαδικασία και τις συνέπειες της επιβολής του φόρου εισοδήματος. Με το άρθρο 85 του νόμου αυτού επιβάλλει τη χρησιμοποίηση όλων των προσωπικών στοιχείων και δεδομένων, που περιέχονται στις φορολογικές δηλώσεις αποκλειστικά και μόνο για φορολογικούς σκοπούς, τα χαρακτηρίζει απόρρητα και απαγορεύει τη γνωστοποίηση τους σε οποιονδήποτε άλλον εκτός από τα υποκείμενα τους.(…)
Από τις πιο πάνω διατάξεις του Ν. 2472/1997 συνάγεται ότι η κατοχή και επεξεργασία αρχείου προσωπικών δεδομένων πρέπει να στηρίζεται σε νόμιμη συλλογή των προσωπικών δεδομένων εν όψει των σκοπών της επεξεργασίας. Εξάλλου από το συνδυασμό των τελευταίων αυτών διατάξεων με τις ως άνω διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 85 του Ν. 2238/1994 συνάγεται ότι η άρση του απόρρητου των προσωπικών στοιχείων των φορολογικών δηλώσεων, που αφορά στα στοιχεία της παραγράφου 3 του ως άνω άρθρου εντάσσεται στα πλαίσια της διαδικασίας της εκπλήρωσης της φορολογικής υποχρέωσης και εξυπηρετεί τη διαφάνεια που διέπει, σύμφωνα με τη βούληση του νομοθέτη, τη διαδικασία αυτή. Έτσι γνωστοποίηση των προσωπικών δεδομένων που καλύπτονται από το απόρρητο σε τρίτο ή χρησιμοποίηση στοιχείων που δεν αποτελούν απόρρητα από τρίτο για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους που περιοριστικά αναφέρονται στις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του πιο πάνω άρθρου είναι παράνομη. Από την αποκλειστική δε και περιοριστική απαρίθμηση των περιπτώσεων θεμιτής χορήγησης ορισμένων προσωπικών δεδομένων, είτε καλύπτονται από το απόρρητο είτε όχι, σε τρίτους για την πραγμάτωση σκοπών δημόσιου συμφέροντος που ανάγεται είτε στην αποτελεσματική άσκηση της αρμοδιότητας ορισμένων οργάνων του Δημόσιου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου είτε στην άσκηση ιδιωτικών δικαιωμάτων συνάγεται η απαγόρευση οποιασδήποτε άλλης μεταβίβασης προσωπικών στοιχείων και δεδομένων που περιλαμβάνεται στις φορολογικές δηλώσεις (…)» (Βλ., έτσι, ρητά, Απόφαση 59/1999 της Αρχής, σχετικά με Σύσταση προς τον ΟΠΑΠ. Βλ., επίσης, ιδίως την Απόφαση 47/2003 της Αρχής, καθώς και τις Πράξεις της με αρ. πρωτ. 1423/19.04.2005 και 3820/13.10.2005). Ανάλογα ισχύουν με το φορολογικό απόρρητο, που καθιερώνει η προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 103 του ΝΔ 118/1973. Όπως, επίσης, παγίως δέχεται η νομολογία των δικαστηρίων σχετικά με τις προαναφερόμενες διατάξεις, που θεσπίζουν το απόρρητο φορολογικών στοιχείων, από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι κανόνας είναι το φορολογικό απόρρητο, το οποίο κάμπτεται μόνο στις περιπτώσεις, που θεσπίζει ρητά και κατά τρόπο περιοριστικό ο νομοθέτης (Βλ., ενδεικτικά, ΣτΕ 245/84, Μον. Πρ. Θεσ/κης 929/1987, Μον. Πρ. Θεσ/κης 1884/1988, Πολ. Πρωτ. Αθηνών 10131/1991 in ΝΟΜΟΣ, και τις εκεί αναφερόμενες Αποφάσεις. Πρβλ., ιδίως, Γνωμ. ΝΣΚ 326/2004 και Γνωμ. ΟλΝΣΚ 208/2005, ΝΟΜΟΣ).
Εν προκειμένω, μία σειρά από συναδέλφους ιατρούς-μέλη μας τα ονόματα των οποίων είδαν το φώς της δημοσιότητας, υπέστησαν σοβαρή προσβολή της προσωπικότητάς τους, διαπομπεύθηκαν δημοσίως, αν και πρόκειται για ευυπόλυπτους συναδέλφους επιστήμονες, χωρίς να προκύπτει ότι πράγματι εν προκειμένω η δημοσιοποίηση αυτή ήταν πράγματι νόμιμη
Απευθυνόμαστε σε σας ως αρμοδία αρχή και παρακαλούμε να έχουμε την άποψή σας επί του παραπάνω ζητήματος που έχει, φρονούμε, αναστατώσει όχι μόνο τον ιατρικό κόσμο, αλλά και ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
Το τελευταίο διάστημα έχουμε γίνει δέκτες παραπόνων από ιατρούς μέλη μας γιατί από της ισχύος του Ν. 3846/2010 [Φ.Ε.Κ. 65 Α’/11-5-2010] «Εγγυήσεις για την εργασιακή ασφάλεια και άλλες διατάξεις» είναι υποχρεωτική η αναγραφή του ΑΜΚΑ του ιατρού στις ιατρικές συνταγές.
Συγκεκριμένα η διάταξη του άρθρου 32 παρ. 6 ορίζει τα ακόλουθα:
«6. Συνταγές φαρμάκων στις οποίες δεν έχουν συμπληρωθεί όλα τα πεδία του συνταγολογίου συμπεριλαμβανομένου και του Αριθμού Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (AMΚΑ) του αρμόδιου ιατρού που συνυπογράφει δεν εκτελούνται από τον φαρμακοποιό.»
Το ζήτημα που εν προκειμένω τίθεται είναι ότι με βάση τον ΑΜΚΑ αποκαλύπτεται η ημερομηνία γέννησης του θεράποντος ιατρού, στοιχείο που αναμφισβήτητα συνιστά προσωπικό δεδομένο, απόρρητο στοιχείο της προσωπικότητας του και σε κάθε περίπτωση αφορά την ιδιότητα εκάστου πολίτη ως ασφαλισμένου και όχι ως επαγγελματία. Η αναγραφή δε αυτού σε κάθε συνταγή συνεπάγεται τη γνωστοποίηση σε κάθε ασφαλισμένο προσωπικών στοιχείων του ιατρού, όπως π.χ. την ηλικία του, γεγονός για το οποίο αφενός δεν συντρέχει λόγος, αφετέρου μπορεί να δημιουργήσει ζητήματα στον εκάστοτε ιατρό.
Το ερώτημα που συνακόλουθα τίθεται είναι αν νομίμως κάμπτονται εν προκειμένω οι αρχές προστασίας των προσωπικών δεδομένων εκ μόνου του λόγου ότι η πολιτεία αδυνατεί να ελέγξει τη συνταγογράφηση φαρμάκων και τον περιορισμό των δημοσίων δαπανών για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των ασφαλισμένων του δημοσίου και των λοιπών ασφαλιστικών ταμείων.
Για όλους τους παραπάνω λόγους ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών είναι αντίθετος: 1) στην δημοσίευση της λίστας των ιατρών που υπέπεσαν σε φορολογικές παραβάσεις και 2) στην αναγραφή του Α.Μ.Κ.Α. των θεραπόντων ιατρών στα συνταγολόγια των ασφαλισμένων.
Παραμένοντας στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση, παρακαλούμε να έχουμε τις απόψεις σας επί του θέματος αυτού.
ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Σ. ΡΗΓΑΚΗΣ Γ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ
ΑΝΑΦΟΡΑ
Του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΙΑΤΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΘΗΝΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Σεβαστουπόλεως αρ. 113), νομίμως εκπροσωπουμένου.
Όπως είναι γνωστό πρόσφατα το Υπουργείο Οικονομικών έδωσε στη δημοσιότητα λίστα γιατρών που υπέπεσαν σε φορολογικές παραβάσεις.
Δημιουργείται λοιπόν εύλογα το ερώτημα αν αυτή η ενέργεια είναι σύμφωνη με τις κείμενες διατάξεις.
Ειδικότερα το άρθρο 5 παρ. 1 του Ν. 2472/1997 ορίζει ότι «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του». Ωστόσο, η παρ. 2 του άρθρου αυτού επιτρέπει, κατ’ εξαίρεση, την επεξεργασία και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου σε ορισμένες περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και εκείνη όπου «η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του έννομου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα και υπό τον όρο ότι τούτο υπερέχει προφανώς των δικαιωμάτων και συμφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και δεν θίγονται οι θεμελιώδεις ελευθερίες αυτών».
Επιπλέον η διάταξη του άρθρου 103 του ΝΔ 118/1973 ορίζει ότι «επί των υποθέσεων της φορολογίας των κληρονομιών, δωρεών, προικών και κερδών εκ λαχείων αι φορολογικαί δηλώσεις, τα συναπτέα αυταίς έγγραφα στοιχεία, αι εκθέσεις ελέγχου και αι κατά τας διατάξεις του παρόντος πράξεις είναι απόρρητα, απαγορευομένης της γνωστοποιήσεώς των εις οιονδήποτε άλλον πλην του εις ον αφορούν ταύτα. Εξαιρέσεις προβλεπόμενες υπό της κειμένης νομοθεσίας διατηρούνται εν ισχύ
». Εξάλλου, όπως παγίως κρίνει η Αρχή, «(…) ο Νομοθέτης εξειδικεύοντας τη συνταγματική επιταγή για την καθολική και υποχρεωτική εισφορά των Ελλήνων στα δημόσια βάρη (άρθρα. 4 παρ. 5 του Συντάγματος) ρυθμίζει με το Ν. 2238/1994, με τον οποίο κυρώθηκε ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (ΦΕΚ 151) τους όρους, τις προϋποθέσεις, τη διαδικασία και τις συνέπειες της επιβολής του φόρου εισοδήματος. Με το άρθρο 85 του νόμου αυτού επιβάλλει τη χρησιμοποίηση όλων των προσωπικών στοιχείων και δεδομένων, που περιέχονται στις φορολογικές δηλώσεις αποκλειστικά και μόνο για φορολογικούς σκοπούς, τα χαρακτηρίζει απόρρητα και απαγορεύει τη γνωστοποίηση τους σε οποιονδήποτε άλλον εκτός από τα υποκείμενα τους.(…)
Από τις πιο πάνω διατάξεις του Ν. 2472/1997 συνάγεται ότι η κατοχή και επεξεργασία αρχείου προσωπικών δεδομένων πρέπει να στηρίζεται σε νόμιμη συλλογή των προσωπικών δεδομένων εν όψει των σκοπών της επεξεργασίας. Εξάλλου από το συνδυασμό των τελευταίων αυτών διατάξεων με τις ως άνω διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 85 του Ν. 2238/1994 συνάγεται ότι η άρση του απόρρητου των προσωπικών στοιχείων των φορολογικών δηλώσεων, που αφορά στα στοιχεία της παραγράφου 3 του ως άνω άρθρου εντάσσεται στα πλαίσια της διαδικασίας της εκπλήρωσης της φορολογικής υποχρέωσης και εξυπηρετεί τη διαφάνεια που διέπει, σύμφωνα με τη βούληση του νομοθέτη, τη διαδικασία αυτή. Έτσι γνωστοποίηση των προσωπικών δεδομένων που καλύπτονται από το απόρρητο σε τρίτο ή χρησιμοποίηση στοιχείων που δεν αποτελούν απόρρητα από τρίτο για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους που περιοριστικά αναφέρονται στις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του πιο πάνω άρθρου είναι παράνομη. Από την αποκλειστική δε και περιοριστική απαρίθμηση των περιπτώσεων θεμιτής χορήγησης ορισμένων προσωπικών δεδομένων, είτε καλύπτονται από το απόρρητο είτε όχι, σε τρίτους για την πραγμάτωση σκοπών δημόσιου συμφέροντος που ανάγεται είτε στην αποτελεσματική άσκηση της αρμοδιότητας ορισμένων οργάνων του Δημόσιου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου είτε στην άσκηση ιδιωτικών δικαιωμάτων συνάγεται η απαγόρευση οποιασδήποτε άλλης μεταβίβασης προσωπικών στοιχείων και δεδομένων που περιλαμβάνεται στις φορολογικές δηλώσεις (…)» (Βλ., έτσι, ρητά, Απόφαση 59/1999 της Αρχής, σχετικά με Σύσταση προς τον ΟΠΑΠ. Βλ., επίσης, ιδίως την Απόφαση 47/2003 της Αρχής, καθώς και τις Πράξεις της με αρ. πρωτ. 1423/19.04.2005 και 3820/13.10.2005). Ανάλογα ισχύουν με το φορολογικό απόρρητο, που καθιερώνει η προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 103 του ΝΔ 118/1973. Όπως, επίσης, παγίως δέχεται η νομολογία των δικαστηρίων σχετικά με τις προαναφερόμενες διατάξεις, που θεσπίζουν το απόρρητο φορολογικών στοιχείων, από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι κανόνας είναι το φορολογικό απόρρητο, το οποίο κάμπτεται μόνο στις περιπτώσεις, που θεσπίζει ρητά και κατά τρόπο περιοριστικό ο νομοθέτης (Βλ., ενδεικτικά, ΣτΕ 245/84, Μον. Πρ. Θεσ/κης 929/1987, Μον. Πρ. Θεσ/κης 1884/1988, Πολ. Πρωτ. Αθηνών 10131/1991 in ΝΟΜΟΣ, και τις εκεί αναφερόμενες Αποφάσεις. Πρβλ., ιδίως, Γνωμ. ΝΣΚ 326/2004 και Γνωμ. ΟλΝΣΚ 208/2005, ΝΟΜΟΣ).
Εν προκειμένω, μία σειρά από συναδέλφους ιατρούς-μέλη μας τα ονόματα των οποίων είδαν το φώς της δημοσιότητας, υπέστησαν σοβαρή προσβολή της προσωπικότητάς τους, διαπομπεύθηκαν δημοσίως, αν και πρόκειται για ευυπόλυπτους συναδέλφους επιστήμονες, χωρίς να προκύπτει ότι πράγματι εν προκειμένω η δημοσιοποίηση αυτή ήταν πράγματι νόμιμη
Απευθυνόμαστε σε σας ως αρμοδία αρχή και παρακαλούμε να έχουμε την άποψή σας επί του παραπάνω ζητήματος που έχει, φρονούμε, αναστατώσει όχι μόνο τον ιατρικό κόσμο, αλλά και ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
Το τελευταίο διάστημα έχουμε γίνει δέκτες παραπόνων από ιατρούς μέλη μας γιατί από της ισχύος του Ν. 3846/2010 [Φ.Ε.Κ. 65 Α’/11-5-2010] «Εγγυήσεις για την εργασιακή ασφάλεια και άλλες διατάξεις» είναι υποχρεωτική η αναγραφή του ΑΜΚΑ του ιατρού στις ιατρικές συνταγές.
Συγκεκριμένα η διάταξη του άρθρου 32 παρ. 6 ορίζει τα ακόλουθα:
«6. Συνταγές φαρμάκων στις οποίες δεν έχουν συμπληρωθεί όλα τα πεδία του συνταγολογίου συμπεριλαμβανομένου και του Αριθμού Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (AMΚΑ) του αρμόδιου ιατρού που συνυπογράφει δεν εκτελούνται από τον φαρμακοποιό.»
Το ζήτημα που εν προκειμένω τίθεται είναι ότι με βάση τον ΑΜΚΑ αποκαλύπτεται η ημερομηνία γέννησης του θεράποντος ιατρού, στοιχείο που αναμφισβήτητα συνιστά προσωπικό δεδομένο, απόρρητο στοιχείο της προσωπικότητας του και σε κάθε περίπτωση αφορά την ιδιότητα εκάστου πολίτη ως ασφαλισμένου και όχι ως επαγγελματία. Η αναγραφή δε αυτού σε κάθε συνταγή συνεπάγεται τη γνωστοποίηση σε κάθε ασφαλισμένο προσωπικών στοιχείων του ιατρού, όπως π.χ. την ηλικία του, γεγονός για το οποίο αφενός δεν συντρέχει λόγος, αφετέρου μπορεί να δημιουργήσει ζητήματα στον εκάστοτε ιατρό.
Το ερώτημα που συνακόλουθα τίθεται είναι αν νομίμως κάμπτονται εν προκειμένω οι αρχές προστασίας των προσωπικών δεδομένων εκ μόνου του λόγου ότι η πολιτεία αδυνατεί να ελέγξει τη συνταγογράφηση φαρμάκων και τον περιορισμό των δημοσίων δαπανών για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των ασφαλισμένων του δημοσίου και των λοιπών ασφαλιστικών ταμείων.
Για όλους τους παραπάνω λόγους ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών είναι αντίθετος: 1) στην δημοσίευση της λίστας των ιατρών που υπέπεσαν σε φορολογικές παραβάσεις και 2) στην αναγραφή του Α.Μ.Κ.Α. των θεραπόντων ιατρών στα συνταγολόγια των ασφαλισμένων.
Παραμένοντας στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση, παρακαλούμε να έχουμε τις απόψεις σας επί του θέματος αυτού.
ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Σ. ΡΗΓΑΚΗΣ Γ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου